7/20/2009

Ειδοποία ρε … Καραβάγκο



Μόνο φλερτάροντας με τις λέξεις θα μπορούσα να περιγράψω αυτό το εστιατόριο. Για μένα το γεύμα δεν είναι απλή υπόθεση, είναι ένα σύνολο εμπειριών. Ένα καλό φαγητό είναι ένα έργο τέχνης όπως και το περιβάλλον θέλω να κινητοποιεί τα συναισθήματά μου. Το συγκεκριμένο Wine Restaurant κατά την γνώμη μου και χωρίς να είμαι ειδικός, ήταν ένα από τα καλύτερα στο είδος του. Τα εύγευστα πιάτα του, η καλαισθησία και η αρμονία στο ντιζάιν, η έθνικ προσέγγιση στην μουσική και κυρίως το προσωπικό του ενεργοποιούσαν όλες μου τις αισθήσεις. Μη φανταστείτε τίποτα πολύπλοκες συνταγές με περίεργα ονόματα, είχε ελληνικές γεύσεις με επιρροές κατά καιρούς από άλλες κουζίνες όπως η Ινδική, που όμως δεν έπαυαν να με εκπλήσσουν. Ακόμα και οι υψηλές προσδοκίες μου σχετικά με τα καινούργια ελληνικά κρασιά δεν έμεναν ποτέ ανικανοποίητες.

Κάποιο Σάββατο βράδυ λίγο πριν το καλοκαίρι ζήτησα ένα τ
ραπέζι στον εσωτερικό χώρο στου οποίου τη διακόσμηση πάντα ταξίδευε το βλέμμα και η σκέψη μου όπως ακριβώς την πρώτη φορά. Μόλις κάθισα και ενθουσιώδης εξηγούσα στους υπόλοιπους πως γνώρισα αυτό το μαγαζί, άρχισα να αντιλαμβάνομαι ότι πολλά έχουν αλλάξει. Πρώτα απ’ όλα ο μέτρ, ο οποίος ήρθε βέβαια αμέσως για να μας ενημερώσει για τα πιάτα εκτός λίστας, αλλά δεν ήταν πια ο ευθυτενής κύριος με το ντοσιέ, ήταν ένας άλλος, που στηριζόταν στην πλάτη της άδειας καρέκλας καθώς μας μιλούσε έχοντας τα δύο ίσως και τρία πρώτα κουμπιά του πουκαμίσου του ξεκούμπωτα. Άλλο στυλ, σκέφτηκα, άλλο ύφος. Παρά το χαμόγελό του πάντως οι απότομες απαντήσεις του μου έδωσαν την εντύπωση ότι δεν τον ευχαριστούσε που ήταν στις αρμοδιότητές του να δίνει διευκρινήσεις.

Όταν ζήτησα το Cabernet Sauvignon γνωστού οινοπαραγωγού το οποίο πάντα έπινα στον συγκεκριμένο χώρο μου είπε ότι δεν το είχαν πια. Διαπίστωσα αργότερα πως πολλά κρασιά είχαν αφαιρεθεί από την λίστα. Οι μεγάλοι κατάλογοι που ήξερα με τα χοντρά εξώφυλλα δεν ήταν πια τίποτα άλλο παρά φωτοτυπίες Α4, στραβοπιασμένες με συρραπτικό. Αυτό που με απογοήτευσε περισσότερο βέβαια ήταν η έλλειψη ποικιλίας αφού το μενού από περίπου πέντε σελίδες απαρτιζόταν πλέον μόνο από δύο. Τα ζεστά ψωμάκια με γέμιση π
ου σερβίριζαν ευτυχώς δεν έλειπαν, έλειπε όμως το αχνιστό σκορδόψωμο το οποίο συνήθιζαν να φέρνουν μέσα σε αλουμινόχαρτο.


Τα φαγητά, που δοκίμασα κλέβοντας και λίγο από των άλλων για είμαι ειλικρινής, αν και δεν το συνηθίζω, δεν είχαν χάσει την νοστιμιά τους και τα αγαπημένα μου πικάντικα samosa κατέκτησαν για ακόμα μια φορά τους γευστικούς μου κάλυκες! Ήπια κάποιο άλλο κρασί για το οποίο όμως δεν έμαθα τίποτα ούτε καν για τη γεύση του. Θυμάμαι ότι οι σερβιτόροι, που κυκλοφορούσαν με τις κομψές και μακριές ποδιές τους, ήταν γνώστες των κρασιών και μιλούσαν με πάθος και ευγλωττία για την υφή, την παλαιότητα, την οξύτητα, ακόμα και την ιστορία των αμπελιών. Αυτή τη φορά όμως παρήγγειλα στα τυφλά. Δεν ήταν κι άσχημο, αν και δεν ήταν αυτό ακριβώς το κρασί για το οποίο θα πλήρωνα αδιαμαρτύρητα πέντε φορές πάνω από την τιμή π ου έχει στο σουπερμάρκετ.

Το γεγονός ότι το δελτίο παραγγελίας παρέμενε για αρκετή ώρα στο χάρτινο πλέον φακελάκι με τα ρέστα μέχρι που αναγκάστηκα να ζητήσω την απόδειξη, σίγουρα δεν συνεισέφερε στο να με κερδίσει ως πελάτη. Μπορεί βέβαια να ήταν τυχαίο, μπορεί και όχι.

Από το ντεκόρ έλειπε ο πίνακας με την Cesaria Evora. Αφού ήθελαν λοιπόν να αλλάξουν την διακόσμηση, σκέφτηκα, βγάζοντας μια τόσο επιβλητική μορφ ή που υπήρχε εκεί τόσα χρόνια, τουλάχιστον θα έπρεπε να την αντικαταστήσουν με κάτι άλλο και να μην αφήσουν τον τοίχο άδειο. Η μουσική παρέμεινε ευτυχώς του γούστου μου και έτσι η βραδιά μου κύλησε ευχάριστα συζητώντας με ενδιαφέροντα άτομα. Μόνο που όταν ρώτησα ποιο ήταν εκείνο το τραγούδι μου απάντησαν ότι δεν γνωρίζουν διότι οι τίτλοι στο συγκεκριμένο cd δεν αναγράφονταν. Όπως και όταν ζήτησα να μάθω τι απέγινε το προσωπικό της παλιάς διεύθυνσης κάποιος σερβιτόρος με ενημέρωσε πως έχουν δικό τους εστιατόριο κάπου στην Αθήνα αλλά κανείς τους δεν ήξερε ή δεν ήθελε να μου πει ούτε πως ονομάζεται ούτε που βρίσ κεται.

Πως ξεκίνησα να γράψω γι’ αυτό το εστιατόριο μες την καρδιά του καλοκαιριού; Σκεφτόμουν να ξαναδώσω άλλη μια ευκαιρία και γι' αυτό πέρασα για να διαλέξω ένα τραπέζι για το βράδυ. Παραδόξως, δεν έβλεπα την είσοδο! Πλησίασα για να δω τι συμβαίνει. Δεν είχε απλώς κλείσει, το γκρέμιζαν. Μου ζήτησαν να απομακρυνθώ γρήγορα μη μου πέσει κανένας σοβάς στο κεφάλι. Έμεινα λίγο να κοιτάζω μέσα από το τζάμι του αυτοκινήτου μου παρακολουθώντας ένα τόσο δα κομματάκι της ζωής μου να μεταβάλλεται σε σωρό από μπάζα .

Να το πω γαστρονομική απώλεια, να το πω συναισθηματικό ακρωτηριασμό, βαριές κουβέντες, αλλά αυτές μου ήρθαν πρώτες στο νου. Και τώρα, πάλι από την αρχή. Ως γαστροτυχοδιώκτης φυσικά και θα βρω κάποιον άλλον καλαίσθητο χώρο με νόστιμο φαγητό και συμπαθητική μουσικούλα. Πολύ εύκολα, πιστεύω. Θα βρω όμως εκείνον που θα ξανακατακτήσει τη καρδιά μου αφού είμαι από τους πελάτες που…θέλω το φαγητό μου να έχει συναίσθημα;


21.7.09, 22.30, Ότι απέμεινε...


Κλικ: στην τελευταία φράση.
Μουσική
: "Worrisome Heart" - Melody Gardot.


φωτογραφίες, που ευτυχώς κράτησα από εκείνη τη βραδιά όπως και η αποψινή, είναι δικές μου.

7/02/2009

Kαπνίζετε; Ελάτε για καφέ στο Χαλάνδρι.






2 Ιουλίου του 2009 και λίγο μετά τις 11:00 το πρωί περπατούσα με ενθουσιασμό στο κέντρο του Χαλανδρίου ψάχνοντας το πολυπόθητο τραπέζι για να καθίσω και επιτέλους να απολαύσω τον καφέ μου χωρίς να με λιβανίζουν. Ξεκίνησα από την καφετέρια γνωστού βιβλιοπωλείου μια που ήθελα να αγοράσω κάποιο βιβλίο που μου είχαν συστήσει. Προς έκπληξή μου οι περισσότεροι πελάτες φουμάριζαν με προκλητική άνεση. "Μα δεν απαγορεύτηκε το κάπνισμα στους δημόσιους χώρους"; ρωτάω ευγενικά την σερβιτόρα. "Δεν ισχύει για μας" μου λέει βιαστικά. Γιατί μήπως είναι ψυχασθενείς ήθελα να ρωτήσω γιατί είχα διαβάσει ότι για κείνους θα επιτρέπεται αν είναι μέρος της θεραπείας τους, αλλά συγκρατήθηκα και την ακολούθησα διακριτικά για να μάθω τον λόγο. Μου εξηγεί ορθά κοφτά ότι ο χώρος είναι υπαίθριος. Κοιτάζω γύρω μου και πράγματι οι τζαμαρίες που ενώνονταν με μεταλλικά δοκάρια και παρέμεναν κλειστές όλο τον χειμώνα, τώρα ήταν μισάνοιχτες. Επίσης, ένα μέρος της οροφής έλειπε, το οποίο μάλλον ήταν συρόμενο. "Τα προηγούμενα καλοκαίρια ήταν κλειστός ο χώρος σας και κλιματιζόμενος" της λέω. Φημιζόταν για την δροσιά...." Δεν μου απάντησε και απομακρύνθηκα με απορία. Θα μπορούσα βέβαια να πιω καφέ στον πρώτο όροφο του βιβλιοπωλείου όπου έτσι κι αλλιώς ποτέ δεν επιτρεπόταν το κάπνισμα, αλλά με μόνο δύο τρία τραπεζάκια έπρεπε να στηθώ από τα χαράματα για να βρω θέση...

Κρίμα, σκέφτηκα και συνέχισα την βόλτα μου στις καφετέριες απέναντι από την εκκλησία. Μόλις μπήκα στην δεύτερη ένα σύννεφο καπνού παραλίγο να με πνίξει. "Μα τι συμβαίνει….."; ρωτάω. "Ο χώρος των μη καπνιζόντων" μου λέει με υποτιμητικό ύφος ο νεαρός με τον δίσκο στο χέρι "είναι μέσα". Το "μέσα" βέβαια ήταν ένας μικρός χώρος χωρίς παράθυρα, δίπλα στην κουζίνα και το ψυγείο με τα γλυκά με πολύ λίγα τραπέζια τα οποία είναι συνήθως κατειλημμένα από ανθρώπους της τρίτης ηλικίας που θέλουν να απομονωθούν.

"Μα ο κύριος χώρος της καφετέριας είναι ο άλλος" επιμένω. "Ναι", μου λέει "αλλά είναι υπαίθριος, γι’ αυτό και δεν ισχύει η απαγόρευση". "Υπαίθριος μπορεί να γράφει στην άδειά σας" του λέω "αλλά στην πράξη είναι ένας κλεισμένος χώρος με μεγάλα τζάμια, χοντρά τεντόπανα, πλαστικά χωρίσματα και ξυλοκατασκευή στην οροφή την οποία ανοίγετε το απόγευμα και αν δεν έχει καύσωνα, αν θυμάμαι καλά" Πάλι δεν πήρα απάντηση. Ίσως γιατί αισθάνονταν ικανοποιημένοι που είχαν ανοίξει τις στενές γυάλινες πόρτες, μπρος πίσω για να εξαερίζεται υποτίθεται ο χώρος που παρόλα αυτά βρώμαγε. Καλώ το 1142 από το κινητό μου για να ενημερωθώ μήπως δεν έχω καταλάβει καλά αλλά μια φωνή μου λέει πως αυτός ο αριθμός δεν υπάρχει. "Δεν πειράζει", σκέφτομαι "θα τηλεφωνήσω από σταθερό τηλέφωνο αργότερα".

Σε δύο άλλες καφετέριες στο τέλος του πεζοδρόμου, όσοι κάθονταν δίπλα στο παράθυρο ρουφούσαν τoν καπνό τους κρυφά και κρεμούσαν το χέρι απέξω κοιτώντας αριστερά και δεξιά με βλέμμα ένοχο όπως τα σχολιαρόπαιδα που κάνουν το πρώτο τους τσιγάρο.

Φεύγοντας με συναισθήματα αηδίας και απογοήτευσης που αναγκαστικά πρέπει να εντοπίσω άλλους χώρους, σε άλλη χώρα ίσως, τι να πω δεν ξέρω, για να πίνω τον καφέ μου πλέον, γιατί ούτε με τα νέα μέτρα πρόκειται να αλλάξει κάτι εδώ, κοντοστάθηκα σε ένα περίπτερο και χαζεύοντας τα πρωτοσέλιδα των εφημερίδων παρατήρησα την αρχή ενός άρθρου :

"Η ελληνική κοινωνία είναι έτοιμη να αποδεχτεί τα μέτρα για το κάπνισμα και αυτό αποτελεί το θετικό της όλης υπόθεσης. Τα αποτελέσματα των ερευνών δείχνουν εντυπωσιακά ποσοστά αποδοχής των μέτρων. Είμαστε έτοιμοι να επαναδιαχειριστούμε την καπνιστική συνήθεια. Το γεγονός αυτό εγγυάται την επιτυχία της προσπάθειας…"

Πραγματικά "πετυχημένη" η προσπάθεια σκέφτηκα και φαντάστηκα πόσοι θα "κόπιασαν" για αυτά τα αποτελέσματα. Πολυδαίδαλη θα είναι η νομοθεσία που συνεισέφερε με πολλά "παράθυρα" στην ήδη "αβίαστη" κοινωνική ευαισθητοποίηση…

Καθώς οδηγούσα επιστρέφοντας αναρωτιόμουν πόσα τέτοια μαγαζιά να υπάρχουν άραγε στις πόλεις μας και τι θα απογίνουν αυτοί οι άμοιροι που δεν καπνίζουν; Μήπως θα στριμώχνονται σε δύο τρία τραπεζάκια στον εσωτερικό χώρο, να περνούν την ώρα τους μετρώντας πόσοι μπαινοβγαίνουν στις τουαλέτες, ενώ οι καπνιστές θα απολαμβάνουν αμέριμνοι τη θέα από τις ανοιγμένες τζαμαρίες των καφετεριών ή των εστιατορίων που δεν είναι καφετέριες και εστιατόρια αλλά υπαίθριες κατασκευές που όμως νόμιμα σερβίρουν φαγητό και ποτό; Όχι πως δεν το δικαιούνται οι άνθρωποι... αλλού είναι το παράδοξο.

Όταν έφτασα στο σπίτι μου, ήπια αυτό τον ρημαδοκαφέ που από το πρωί ονειρευόμουνα και ξανακάλεσα το 1142. Άκουσα την ίδια φωνή. Θυμήθηκα βέβαια ότι δεν έχω πια σύνδεση ΟΤΕ, και ίσως αυτό να έφταιγε. "Μα τότε πρέπει να βρω ένα καρτοτηλέφωνο", σκέφτηκα, "αύριο μεθαύριο, όποτε βγω έξω τέλος πάντων, αλλά πρέπει πρώτα να αγοράσω μια χρονοκάρτα και μετά να ψάξω για έναν θάλαμο και αν λειτουργεί ... αχ έχω και τον εαυτό μου που μερικές φορές τον φοβάμαι, μήπως μετά από τόσες ώρες ξεθυμάνει και βαρεθεί να πρωτοστατήσει...";