11/21/2011

Κι αν ο Θεός είναι ένας από μας;




Τον δεκαπενταύγουστο βρέθηκα στην Τήνο και λέω βρέθηκα γιατί δεν συνηθίζω να επισκέπτομαι μέρη με σκοπό να παρευρεθώ στα πανηγύρια και τις τοπικές γιορτές τους. Σέβομαι και εκτιμώ βαθύτατα τις παραδόσεις αλλά τις περισσότερες φορές το κίνητρο είναι η καλή παρέα. Παρά το γεγονός λοιπόν ότι κάθε χρόνο στην γιορτή της Παναγίας σχεδόν "βουλιάζει" το νησί, φέτος οι επισκέπτες ήταν πολύ λιγότεροι. "Είναι γιατί δεν βγήκαν πέρσι τα τάματα, γι’ αυτό", άκουσα να λέει κάποιος από τους ντόπιους που φαινόταν να ειρωνεύεται όλους όσοι ανεβαίνουν γονατιστοί την ανηφόρα. Η αλήθεια βέβαια είναι πως αν ήταν οικονομικής φύσεως οι επιθυμίες των πιστών πέρσι, μετά τα αυστηρά μέτρα και τις περικοπές στους μισθούς, η πίστη τους σίγουρα κλονίστηκε. Από την άλλη πλευρά, απ' ότι λένε, η αγάπη όλα τα μπορεί. Την αγάπη δεν διδάσκει η θρησκεία μας; Το σεβασμό προς τα Θεία και την αγάπη προς τον πλησίον; Αυτά θυμάμαι κι εγώ από το μάθημα των Θρησκευτικών. Τι απογίνεται όμως η αγάπη και ο σεβασμός προς τους συνανθρώπους μας όταν σταματήσουν τα θαύματα; Όταν το δάκρυ του Αγίου ή η εικόνα που ματώνει δεν σου γεμίζουν πια την τσέπη; Δεν σου διορίζουν το παιδί; Όταν η φανουρόπιτα δεν σου βρίσκει μια θέση εργασίας; Κατά τη γνώμη μου ήρθε η ώρα να αναζητήσουμε, θεούς, οραματιστές, σωτήρες, καθοδηγητές, συνοδοιπόρους ή όπως αλλιώς θέλει να τους ονομάζει ο καθένας μας, μέσα σε γνωστούς και φίλους, ανάμεσα σε ανθρώπους υπαρκτούς που έχουν δικές τους και αξιόλογες ιδέες να υλοποιήσουν.

Στη χώρα μας όμως κάτι τέτοιο μοιάζει ανέφικτο. Δεν θα τολμήσω καν να αναφερθώ στην διαφορετικότητα, στην διαφορετική άποψη αναφέρομαι. Προτιμάμε να εμπιστευτούμε ότι μας είναι άγνωστο κι απόμακρο για να του προσδώσουμε ότι χαρακτηριστικά θέλουμε. Πρόκειται να συναντήσουμε ποτέ κάποια μορφή από όσες αναφέρει η θρησκεία μας; Απ’ όσο γνωρίζω είναι μάλλον απίθανο. Οπότε υπάρχει έτοιμο ένα εξιλαστήριο θύμα, κάτι να αγιοποιήσουμε όταν η ζωή μας είναι όμορφη ή να καταραστούμε και να εναποθέσουμε τις ευθύνες όταν όλα πάνε στραβά. Όποιος δε, έχει αντίθετη άποψη από εμάς, του κόβουμε και την καλημέρα. Δεν μας ενδιαφέρει να τον πείσουμε με επιχειρήματα ή να μοιραστούμε μαζί του τις διαφορετικές εμπειρίες μας. Τον διαγράφουμε. Είναι πλέον ο εχθρός. Είναι με τους άλλους. Άλλωτε πρέπει να υπάρχουν εχθροί, όπως και στις ταινίες. H πάλη μεταξύ του καλού και του κακού δεν είναι μυθοπλασία. Mας αρέσει νομίζω να κοιμόμαστε και να ξυπνάμε ψάχνοντας τρόπους πως να νικήσουμε τον εχθρό, τον γείτονα, τον συγγενή, το αφεντικό, αυτόν που μας προσπέρασε, όλους, άλλο αν έχουν φύγει οι κατακτητές εδώ και αιώνες.

Αυτά διδάσκουμε και στα παιδιά μας. "Μη μιλάς σ’αυτόν, είναι Αλβανός", "Δεν θα καλέσουμε εκείνον είναι δεξιός ή αριστερός", "Μην πάμε στο σπίτι του τάδε είναι φιλοκυβερνητικός", "Είναι άθεος", "Δεν έχει λεφτά ή παρά έχει λεφτά για μας", 'Είναι στραβός κουτσός κι ανάποδος". Δεν θέλουμε να ακούσουμε. Υψώνουμε ένα τοίχος, χωνόμαστε μέσα και αφήνουμε να μπουν μόνο όσοι μας μοιάζουν. Μια φράση, ένα χόμπυ, μια διαφωνία, οτιδήποτε, φτάνουν για να βάλουμε ταμπέλα. Χωριζόμαστε σε κλίκες. Και πως θα γίνουμε ένα για να παλέψουμε πρώτα με τους κακούς μας εαυτούς και μετά με το σαθρό σύστημα; Αν δεν είμαστε "Εμείς", παρά γινόμαστε με μεγάλη ευκολία "Εμείς", "Εσείς" και οι "Άλλοι"; Πριν μερικές εβδομάδες πήγα για φαγητό σε κάποιο εστιατόριο με το παιδί μου. Όταν είδαν τον μικρό μας οδήγησαν σε κάποιο απομακρυσμένο τραπέζι, λες είμαστε οι τιμωρημένοι, oι απόκληροι της κοινωνίας. Λίγο αργότερα ήρθε ένα ηλικιωμένο ζευγάρι. Ο κύριος άρχισε να καπνίζει παρά το απαγορευτικό σήμα. Όλος ο καπνός ερχόταν πάνω στο παιδί και ούτε που νοιάστηκε, τουλάχιστον να μετακινηθεί σε άλλη καρέκλα ή να κουνήσει λίγο το χέρι του σε άλλη κατεύθυνση. Παραπονέθηκα στο σερβιτόρο ότι ενώ βρισκόμαστε σε χώρο μη καπνιζόντων ο κύριος καπνίζει το τρίτο του τσιγάρο. Όταν ο κάποιος από το μαγαζί μίλησε στον συγκεκριμένο πελάτη, αυτός εξοργίστηκε. Συνειδητοποιώντας ότι εγώ είχα παραπονεθεί άρχισε να λέει με δυνατή φωνή για να τον ακούσω. "Εγώ θα κάνω ότι γουστάρω. Κατάλαβες κύριε, γεμίσαμε χαφιέδες της κυβέρνησης ..." Έτοιμη η ρετσινιά. Γιατί δεν μας ενδιαφέρει το ίδιο το πρόβλημα, αλλά σε ποιον να το φορτώσουμε.

 Έχουν δίκιο όσοι έχουν γράψει στους τοίχους "Μίσος ταξικό". Δεν προσπαθούν να το δημιουργήσουν, υπήρχε από πάντα και από πάνω προς τα κάτω και αντίστροφα, εντός εκτός και επί τα αυτά και σε όλα τα επίπεδα. Ένα τέρας που συνεχώς τροφοδοτείται από εμάς τους ίδιους και όχι από τους πολιτικούς και τους υψηλά ιστάμενους όπως νομίζαμε. Γιατί να και που η εναλλαγή των προσώπων δεν μας κάνει μια καλύτερη κοινωνία. To καινούργιο δεν είναι πάντα και καλύτερο. Διαβάζω συνεχώς στις εφημερίδες διαμαρτυρίες για κάποια νέα πρόσωπα στην κυβέρνηση. Αυτοί φταίνε; Πως έγιναν βουλευτές; Κάποιοι τους ψήφισαν και πολλοί μάλιστα. Το θέμα για μένα είναι ότι δε μπα να’ρθει και ο Θεός ο ίδιος να μας κυβερνήσει, εμείς ίδιοι και απαράλλακτοι θα μείνουμε, και ακόμα χειρότερα, τώρα που κάποιοι αποφασίσαμε να θέλουμε να παλέψουμε για το κοινό καλό, δεν μπορούμε. Γιατί δεν έχουμε πλέον τίποτα κοινό. Τα διώξαμε όλα. Δεν γίνονται πια και θαύματα, σε τι να πιστέψεις ή ακόμα καλύτερα, ποιος θα κάνει τώρα τη βρομοδουλειά;

Πρέπει να ξαναεμπιστευτούμε τον άνθρωπο. Είναι η μόνη μας ελπίδα. Τον εαυτό μας και τον συνάνθρωπο. Η λύση των προβλημάτων μας βρίσκεται και μέσα μας και δίπλα μας και πιο κοντά από ότι νομίζαμε. Για δεκαετίες ολόκληρες είχαμε εναποθέσει τις ελπίδες μας και τα όνειρά μας στα κομποσκοίνια και στα πολιτικά γραφεία, σε κάθε αγύρτη τραγόπαπα που έδινε συμβουλές για να αποκτήσει το κτηματάκι και σε κάθε αδίστακτο πολιτικό που υποσχόταν μια θέση στο φεγγάρι μέχρι να ορκιστεί. Δεν θα μάθουμε ποτέ από τα λάθη μας;

 

 Φωτογραφία: Tomasz Pluciennik

11/19/2011

Condemned



.... "Take it," he said. "There are dates, bread, and sugar. You can hold out for two days. Here are a thousand francs too." The Arab took the package and the money but kept his full hands at chest level as if he didn't know what to do with what was being given him. "Now look," the schoolmaster said as he pointed in the direction of the east, "there's the way to Tinguit. You have a two-hour walk. At Tinguit you'll find the administration and the police. They are expecting you." The Arab looked toward the east, still holding the package and the money against his chest. Daru took his elbow and turned him rather roughly toward the south. At the foot of the height on which they stood could be seen a faint path. "That's the trail across the plateau. In a day's walk from here you'll find pasturelands and the first nomads. They'll take you in and shelter you according to their law." The Arab had now turned toward Daru and a sort of panic was visible in his expression.  

"Listen," he said. Daru shook his head: "No, be quiet. Now I'm leaving you." He turned his back on him, took two long steps in the direction of the school, looking hesitantly at the motionless Arab and started off again. For a few minutes he heard nothing but his own step resounding on the cold ground and did not turn his head. A moment later however he turned around. The Arab was still there on the edge of the hill his arms hanging now, and he was looking at the schoolmaster. Daru felt something rise in his throat. But he swore with impatience, waved vaguely, and started off again. He had already gone some distance when he again stopped and looked. There was no longer anyone on the hill.

Daru hesitated. The sun was now rather high in the sky and was beginning to beat down on his head. The schoolmaster retraced his steps at first somewhat uncertainly then with decision. When he reached the little hill he was bathed in sweat. He climbed it as fast as he could and stopped. Out of breath, at the top. The rock-fields to the south stood out sharply against the blue sky but on the plain to the east a steamy heat was already rising. And in that slight haze Daru with heavy heart made out the Arab walking slowly on the road to prison. 

A little later standing before the window of the classroom the schoolmaster was watching the clear light bathing the whole surface of the plateau but he hardly saw it. Behind him on the blackboard, among the winding French rivers, sprawled the clumsily chalked-up words he had just read: "You handed over our brother. You will pay for this." Daru looked at the sky, the plateau, and beyond, the invisible lands stretching all the way to the sea. In this vast landscape he had loved so much, he was alone...


 The Guest
Albert Camus




11/17/2011

Grandeur

 

 
Στα έργα οι χαρακτήρες δεν χρειάζεται να πουν πολλά. 
Με μία λέξη θίγονται, σιωπούν.
Ένα βλέμμα φτάνει για να ζητήσουν συγνώμη. 
Μια φράση είναι αρκετή για να αγκαλιαστούν ή να χωρίσουν για πάντα. 
Ο λόγος είναι μεστός. Οι λέξεις σφηνώνουν. 
Το σώμα προδίδει ακριβώς τα συναισθήματα που υπάρχουν, όχι άλλα. 
Το φόντο, το φως και ο ήχος, όλα συνηγορούν στο να  φανεί η αλήθεια. 
Η εικόνα μιλάει από μόνη της, παραδίνεται στο προφανές. 
Κι όμως, τίποτα δεν τελειώνει εκεί. 
Το έργο τελειώνει στον θεατή. 







11/03/2011

Αβίαστα, αβάδιστα, αβασάνιστα. Με αβαντάζ.

Είναι πλέον αποδεδειγμένο. Αν κάνουμε επιπόλαιες επιλογές, θα αντιμετωπίσουμε επιπόλαιες συμπεριφορές και θα λάβουμε ανεύθυνες απαντήσεις. Γι’ αυτά μπορεί να μην πολεμήσαμε, αλλά δικά μας είναι και αυτά πληρώνουμε.  Η μοίρα, ο Θεός ή οι αόρατες δυνάμεις (ό,τι βολεύει) δεν αστειεύονται, θα προσαρμοστούν στο δικό μας επίπεδο επιπολαιότητας γιατί πρέπει πάση θυσία να πάρουμε το μάθημά μας. 

Καιρό τώρα με προβληματίζει η ανευθυνότητα και ο παρωπιδισμός όσων επί μήνες ζητούσαν εκλογές. Ποιους υπεύθυνους και άξιους αντικαταστάτες είχαν άραγε στο νου, μα και ποιος αληθινά γνωρίζει αν υπήρχαν και ποια περιθώρια υπήρχαν για κάποια άλλη, διαφορετική πολιτική που θα έπρεπε να ασκηθεί για να μας ανακουφίσει; Διότι όλοι αντιλαμβανόμαστε τη σύγχυση που επιφέρουν και την ανασφάλεια που δημιουργούν τα λάθη και η ασυνεννοησία μέσα στην κυβέρνηση, στους δημόσιους φορείς, ακόμα και σε όσους βρίσκονται απέναντί τους, σε όσους διαμαρτύρονται, αλλά αν δεν ακουστούν ποτέ σαφείς και εφικτές λύσεις, απλώς θα περνάμε από το ένα αδιέξοδο, στο άλλο. Μα ακόμα και στους λαβύρινθους υπάρχει μία τουλάχιστον έξοδος. Εδώ, όχι; Ποιο είναι το πραγματικό ερώτημα λοιπόν που μας ταλανίζει και ποιος φιλόπατρις και όχι πατριδοκάπηλος θα έρθει εν τω μέσω της νυκτός ως σωτήρας να δώσει την σωστή απάντηση; Θα τον αναγνωρίσουμε; Διότι έχω την αίσθηση πως άλλοι διαπραγματεύονται πακέτα διάσωσης και άλλοι το πακετάρισμα των συνειδήσεων.

Με εξουθενώνει και μόνο που ακούω στις πολιτικές συζητήσεις όλες αυτές τις ανόητες επιτηδευμένες και κλισέ δηλώσεις που πρέπει να ειπωθούν για να ειπωθούν, γιατί έτσι είθισται να εκφράζεται ο κάθε εκπρόσωπος κόμματος, χωρίς να έχει αλλάξει ούτε μια τόσο δα λεξούλα μετά από τόσες και τόσες δεκαετίες, χωρίς να παράγεται κάποια αυθεντική και εποικοδομητική σκέψη, παρά μόνο οι ίδιοι αφορισμοί, οι απαράλλακτες μηδενιστικές αντιλήψεις και απαράμιλλες αμπελοφιλοσοφίες. Παρά την κρισιμότητα της κατάστασης όμως , τι όμορφα, αβίαστα και πόσο απροκάλυπτα διατυπώνονται όλα αυτά που διανθίζονται με βαρύγδουπα και δημοσιοσχετίστικα λόγια, όταν όλοι γνωρίζουμε ότι δεν θα έχουν, ούτε τώρα, ούτε ποτέ, κανένα μα κανένα αντίκρισμα. Είναι αξιοθαύμαστη και συνάμα αξιολύπητη πραγματικά όλη αυτή η προσπάθεια, όχι των μαγικών συνταγών και της ηρωικής εξόδου από την κρίση, όπως θέλουν να μας πείσουν, αλλά θα μου επιτρέψετε να την αποκαλέσω προσπάθεια ενταφιασμού της κρίσης μας και της συνείδησής μας.

Περαστικά μας.